Άρνηση πρόσβασης σε έγγραφο της ΕΚΤ, της 23ης Απριλίου 2015, με τίτλο «Απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 14.4 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας»
Εισαγωγικά, αξίζει να αναφερθεί ότι η απόφαση 2004/258 της ΕΚΤ σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της ΕΚΤ, αποσκοπεί να εξασφαλίσει ευρύτερη πρόσβαση στα έγγραφα της ΕΚΤ, ενώ συγχρόνως θα πρέπει να προστατεύεται η ανεξαρτησία της και των εθνικών κεντρικών τραπεζών, καθώς και η εμπιστευτικότητα ορισμένων ζητημάτων. Το δικαίωμα αυτό υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς για λόγους δημοσίου ή ιδιωτικού συμφέροντος όπως στην περίπτωση που ένα έγγραφο προορίζεται για εσωτερική χρήση, στο πλαίσιο συσκέψεων και προκαταρκτικών διαβουλεύσεων εντός της ΕΚΤ και της ανταλλαγής απόψεων μεταξύ της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών, των εθνικών αρμόδιων αρχών ή των εθνικών εντεταλμένων αρχών, ή αποτυπώνει ανταλλαγή απόψεων μεταξύ της ΕΚΤ και λοιπών συναφών αρχών και φορέων.
Το 2017, οι De Masi και Βαρουφάκης ζήτησαν από την ΕΚΤ πρόσβαση σε όλες τις εξωτερικές νομικές γνωμοδοτήσεις που φέρεται να ζήτησε η ΕΚΤ, με σκοπό την εξέταση των αποφάσεών της τής 4ης Φεβρουαρίου και της 28ης Ιουνίου 2015 σχετικά με την επείγουσα στήριξη της ρευστότητας (FLU) που παρασχέθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος σε ελληνικές τράπεζες. Η ΕΚΤ τους ενημέρωσε ότι δεν είχε ζητήσει νομικές γνωμοδοτήσεις για τις εν λόγω αποφάσεις, ωστόσο αναφέρθηκε στην ύπαρξη εξωτερικής νομικής γνωμοδότησης, της 23ης Απριλίου 2015, με τίτλο «Απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 14.4 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ». Στις 7 Ιουλίου 2017, οι De Masi και Βρουφάκης ζήτησαν από την ΕΚΤ την πρόσβαση στο έγγραφο αυτό (επίμαχο έγγραφο). Με επιστολή της 3ης Αυγούστου 2017, η ΕΚΤ αρνήθηκε την πρόσβαση και με επιστολή της 16ης Οκτωβρίου 2017 επιβεβαίωσε την απόφασή της.
Κατά της τελευταίας απόφασης της ΕΚΤ, οι ενδιαφερόμενοι άσκησαν προσφυγή ενώπιον του ΓΔΕΕ, υποστηρίζοντας ότι η εξαίρεση που αφορά την προστασία των εγγράφων για εσωτερική χρήση δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω.
Ωστόσο, εκτιμώντας ότι η ΕΚΤ ορθώς θεώρησε ότι το επίμαχο έγγραφο αποτελούσε έγγραφο για εσωτερική χρήση, το ΓΔΕΕ απέρριψε στις 12 Μαρτίου 2019 την προσφυγή στο σύνολό της (υπόθεση T-798/17, De Masi και Βαρουφάκης κατά ΕΚΤ). Κατά της απόφασης του ΓΔΕΕ οι De Masi και Βαρουφάκης άσκησαν την παρούσα αίτηση αναίρεσης.
Με τις σημερινές του προτάσεις, ο γενικός εισαγγελέας εξετάζει το επιχείρημα των αναιρεσειόντων για παράβαση του άρθρου 4 παρ. 2 και 3 της απόφασης 2004/58 που αφορούν την εξαιρέσεις από την αρχή της διαφάνειας: νομικές απόψεις και απόψεις για εσωτερική χρήση, αντίστοιχα.
Επί του εσφαλμένου προσδιορισμού του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 4, παράγραφοι 2 και 3, της απόφασης 2004/258
Κατά τον γενικό εισαγγελέα, το ΓΔΕΕ δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, κρίνοντας ότι οι εξαιρέσεις που αιτιολογούν την άρνηση πρόσβασης στο επίμαχο έγγραφο, δηλαδή η εξαίρεση σχετικά με την προστασία της παροχής νομικών συμβουλών και η εξαίρεση σχετικά με την προστασία των εγγράφων για εσωτερική χρήση, συνιστούν η καθεμία αυτοτελή λόγο άρνησης, δεδομένου ότι η πρώτη εξαίρεση δεν αποτελεί lex specialis σε σχέση με τη δεύτερη. Επειδή στο άρθρο 4 γίνεται διαδοχική μνεία διαφόρων λόγων άρνησης πρόσβασης που παρατίθενται χωρίς να δηλώνεται οποιαδήποτε σχέση μεταξύ τους, επιβεβαιώνεται η διαπίστωση του ΓΔΕΕ ότι έκαστος λόγος δύναται να προβληθεί από την ΕΚΤ είτε μόνος είτε μαζί με άλλους.
Επί της παράβασης του άρθρου 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της απόφασης 2004/258 (χαρακτηρισμός του επίμαχου εγγράφου ως «εγγράφου για εσωτερική χρήση»)
Το ΓΔΕΕ έκρινε ότι το επίμαχο έγγραφο προοριζόταν να παράσχει συνδρομή κατά τις διασκέψεις για τις αποφάσεις που θα έπρεπε να λάβει το Διοικητικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 14.4 του πρωτοκόλλου περί του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ, κατά το έτος 2015 και μεταγενέστερα, και ότι, ως εκ τούτου, επρόκειτο για «προπαρασκευαστικό έγγραφο, εν όψει της ενδεχόμενης λήψεως αποφάσεων από τα όργανα της ΕΚΤ».
Ο γενικός εισαγγελέας τονίζει ότι το ΓΔΕΕ, κρίνοντας ότι απλώς η δυνατότητα σύνδεσης του εγγράφου με μελλοντική και υποθετική διοικητική διαδικασία αρκεί για τον χαρακτηρισμό του ως «προπαρασκευαστικού» και για την εξαίρεσή του από το δικαίωμα πρόσβασης, προέβη σε υπέρμετρα διασταλτική ερμηνεία του όρου «προπαρασκευαστικός» και, ως εκ τούτου, του πεδίου εφαρμογής της εν λόγω εξαίρεσης. Με αυτόν τρόπο, παρέχεται στην ΕΚΤ η δυνατότητα να αρνείται την πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο, ανεξαρτήτως είδους, βάσει ενδεχόμενης εσωτερικής χρήσης του στο μέλλον.
Συνεπώς, το ΓΔΕΕ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι η ΕΚΤ μπορούσε να αρνηθεί την πρόσβαση στο επίμαχο έγγραφο.
Εν κατακλείδι, ο γενικός εισαγγελέας προτείνει στο ΔΕΕ να δεχτεί την αναίρεση και να αναπέμψει την υπόθεση στο ΓΔΕΕ, προκειμένου το τελευταίο να αποφανθεί επί της παράβασης του άρθρου 4, παράγραφος 2, σχετικά με την προστασία της παροχής νομικών συμβουλών.
Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη. Η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.